Είμαι ένα σκαθάρι που πριν από μερικούς μήνες ζούσα σε έναν καταπράσινο κήπο μιας οικογένειας στο Πανόραμα. Το χρώμα μου ήταν καταπράσινο και έτσι δεν φοβόμουν τα πουλιά που πετούσαν στον κήπο. Κρυβόμουν στο γκαζόν, έσφυζα από χαρά και περνούσα ζάχαρη. Κόσμος, χαβαλέ και μπάρμπεκιου! Παρότι δεν με έβλεπαν εγώ ένιωθα ότι ήμασταν μια μεγάλη παρέα. Κάποια στιγμή όμως την άνοιξη πρέπει να έγινε κάτι φοβερό στον κόσμο των ανθρώπων και οι φίλες της κυρίας έπαψαν να έρχονται σπίτι. Σκασίλα μου, σκέφτηκα. 

Γράφει η Γιούλια Πομπόρτση, συγγραφέας των βιβλίων «Παραμύθια για Μεγάλα Κορίτσια», «Όταν οι αριθμοί φωτίζουν την καρδιά» και «Ραντεβού όταν ζήσεις».

Έτσι δεν κινδυνεύω να με πατήσουν όταν ξαπλώνουν στο γκαζόν όμως μετά άρχισε να με πιάνει το παράπονο γιατί ούτε ο κηπουρός ερχόταν να ανοίξει τα μπεκ και να ποτίσει. Ζούσα με την απορία και την ατέλειωτη προσμονή μιας βροχής. Δυστυχώς, δεν έπεφτε ούτε σταγόνα. Ένιωθα φθόνο για τα σκαθάρια που ζούσαν στη διπλανή βίλα με το αυτόματο πότισμα. Ήμουν ένα δυστυχισμένο πράσινο σκαθάρι που δεν είχε άλλη επιλογή από το να υποταχθεί στη μοίρα του και να γίνει ο μεζές κάποιας πεινασμένης καρακάξας. Όλα ήταν εναντίον μου. 

Η κυρία του σπιτιού δεν κατέβαινε να ποτίσει γιατί ο άνδρας της όπως έλεγε μια μέρα στο τηλέφωνο ήταν αποκλεισμένος και ήταν πολύ στενοχωρημένη. Αλλά ούτε και ο γιος κατέβαινε να ρίξει έστω λίγο νεράκι γιατί διάβαζε συνέχεια. Τελικά, όλοι οι άνθρωποι διαβάζουν για να γίνουν σοφοί και είναι πιο βλάκες από μας που δεν πήγαμε σχολείο. 

Μια μέρα ήρθαν δίπλα μου δυο σκύλοι που το έσκασαν από τα αφεντικά τους γιατί είχαν γίνει πετσί και κόκκαλο από τις βόλτες. Κρυφακούγοντας έμαθα πως μια αρρώστια κατέκλυσε την καθημερινότητα των ανθρώπων, μια αρρώστια που τους αναγκάζει να πηγαίνουν βόλτα συγκεκριμένες ώρες και είναι καλύτερο να έχουν και το σκύλο τους μαζί . Εεε, μια δυο και οι σκύλοι δεν άντεξαν, επαναστάτησαν και το έσκασαν. Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι όλοι υπάρχουν για να υπηρετούν τις ανάγκες τους και πως ολόκληρο το ζωικό βασίλειο πρέπει να δηλώνει υποταγή. 

Για να μαζευτούμε λίγο λέω εγώ. Ο Θεός μάς δημιούργησε για να συνυπάρχουμε. Οι άνθρωποι είναι ένοχοι για το χάλι του πλανήτη μας. 

Κι ενώ η κατάσταση μού δημιουργούσε έντονη τάση στοχασμού, στο μεταξύ το γκαζόν μέρα με τη μέρα ξεραινόταν. Και τότε έγινε το θαύμα! Συνάντησα έναν παλιό σκαθαρόφιλο που κατόρθωσε να πηδήξει το φράχτη και άραζε ανέμελος στο καφέ χώμα.

HTML Image as link Qries

– Βρε Θανάση, τι κάνεις; Έγινες καφέ; Γιατί ξέβαψες;

– Δεν ξέβαψα φίλε μου. Αποφάσισα να προσαρμοστώ γιατί όπως βλέπεις έχει πέσει ξεραΐλα και αν παρέμενα πράσινος, τώρα θα με είχαν πάρει χαμπάρι οι παλιοκαρακάξες.

– Και πως έγινες καφέ;

– Είπα απλά στον εαυτό μου το εξής Θανάση : Θα γίνεις καφέ ή θα σε φάνε λάχανο. Τρέμοντας από τον εγκλωβισμένο φόβο μου, απομακρύνθηκα από το πράσινο φύλλο της μολόχας και τον πλησίασα.

– Δηλαδή μπορώ κι εγώ;

– Φυσικά. Ξέχνα τον αρνητισμό σου, το φόβο σου και πες τις μαγικές λέξεις. ΑΠΟΔΈΧΟΜΑΙ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΌΤΗΤΑ, ΘΕΩΡΏ τις δυσκολίες μαθήματα για την εξέλιξη μου και προσαρμόζομαι για να εξελιχθώ και να επιβιώσω. Μετά θα δηλώσεις τι χρώμα θέλεις να γίνεις και τσακ, θα αλλάξεις. Εγώ να φανταστείς όταν με είχε πάρει ο ύπνος σε ένα τριαντάφυλλο μέχρι και κόκκινος έγινα. Εμείς δημιουργούμε την πραγματικότητα φίλε μου, πάρ’το χαμπάρι!

– Και πού τα έμαθες όλα αυτά βρε Θανάση;

– Πού να σου λέω! Είχα μπει κατά λάθος στην τσάντα της κυρίας σου. Αυτή όλο ακούει έναν περίεργο τύπο που τα διδάσκει αυτά. Νατζέμυ μου φαίνεται τον λένε.

Άρχισα δειλά δειλά να επαναλαμβάνω τις δηλώσεις του Θανάση και άρχισα να αλλάζω χρώμα.

Θανάση για κοίτα, έγινα καφέ! Για την ακρίβεια, γκριζοπορτοκαλοκαφέ όπως λέει και μια τρελή που πουλάει χαλιά. Πάντως έγινα ακριβώς σαν το χώμα! Τέρμα οι φόβοι και οι αρνητικές δηλώσεις.

Έτσι σε θέλω. Ελπίζω κάποτε να καταλάβουν και οι άνθρωποι ότι η ζωή δε θέλει κόπο, θέλει τρόπο.


Σημείωση

Αγοράζοντας βιβλία μέσω των συνδέσμων του baktoblog, μας βοηθάς στο να συνεχίσουμε να γράφουμε υψηλής ποιότητας κείμενα.


Δωρεάν ebook «Τροφή για σκέψη»: Κατέβασε το σε 3 βήματα